Νόσος Αλτσχάιμερ: Η απώλεια αυτής της αίσθησης προειδοποιεί πριν τα πρώιμα συμπτώματα

Η απώλεια μιας συγκεκριμένης εκ των πέντε βασικών αισθήσεων φαίνεται πως μαρτυρά την ύπαρξη των γονιδίων της νόσου Αλτσχάιμερ σε έναν οργανισμό, προειδοποιώντας πρόωρα για τον κίνδυνο

Σε μια σημαντική διαπίστωση κατέληξε ομάδα ειδικών, η οποία υποστηρίζει ότι η απώλεια μιας συγκεκριμένης αίσθησης ενδέχεται να αποτελεί πρώιμη ένδειξη για την ανάπτυξη της νόσου Αλτσχάιμερ, μιας ανίατης μορφής άνοιας, που επηρεάζει σοβαρά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η ανακάλυψη συμπτωμάτων που μαρτυρούν την προδιάθεση για τη νόσο θα μπορούσε να συμβάλλει στην έγκαιρη διαχείρισή της, με αποτέλεσμα τις μειωμένες επιπτώσεις της στην καθημερινότητα των πασχόντων.

Η μελέτη, που δημοσιεύεται στο Neurology, στρέφει την επιστημονική προσοχή προς την όσφρηση, υποστηρίζοντας ότι η πρόωρη απώλειά της θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι ένας άνθρωπος θα εμφανίσει τη νόσο. Ειδικότερα, οι ερευνητές συσχέτισαν ένα συγκεκριμένο γονίδιο (APOE e4), που σχετίζεται με τη νόσο, με την πρώιμη απώλεια της όσφρησης. Όπως υποστηρίζουν, οι άνθρωποι που φέρουν αυτό το γονίδιο ενδέχεται να χάσουν την όσφρησή τους νωρίς και συγκεκριμένα πολύ πριν παρουσιάσουν συμπτώματα που θα μπορούσαν να μαρτυρούν τη νόσο, όταν όμως είναι πια πολύ αργά. Το εύρημα αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η επιστήμη έχει τώρα στα χέρια της ένα εργαλείο έγκαιρης διάγνωσης.

«Ο έλεγχος της ικανότητας ενός ατόμου να ανιχνεύει οσμές θα μπορούσε μελλοντικά να αποτελέσει έναν χρήσιμο οδηγό πρόβλεψης προβλημάτων που σχετίζονται με τη γνωστική λειτουργία», δήλωσε ο ερευνητής δρ. Matthew GoodSmith από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο. «Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να επιβεβαιωθούν αυτά τα ευρήματα και να καθοριστεί το επίπεδο της απώλειας όσφρησης που θα μπορούσε να προβλέψει τον κίνδυνο, ωστόσο αυτά τα αποτελέσματα είναι πολλά υποσχόμενα», πρόσθεσε.

Οι ερευνητές εξέτασαν περισσότερους από 865 ανθρώπους, σε μία διάρκεια πέντε ετών, συλλέγοντας δείγματα DNA και διερευνώντας την ικανότητά τους να ανιχνεύουν μια οσμή και να προσδιορίζουν τι είναι αυτό που μυρίζουν. Όσοι παρουσίαζαν προβλήματα μνήμης ή σκέψης εξετάστηκαν δύο φορές, στην αρχή και το τέλος της μελέτης.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που έφεραν το γονίδιο παρουσίαζαν απώλεια όσφρησης από την ηλικία των 65 – 69 ετών, ενώ άλλοι που έφεραν μια μετάλλαξη του γονιδίου άρχιζαν να χάνουν μέρος της όσφρησής τους αρκετά αργότερα, στις ηλικίες 75 – 79 ετών. 

Διαπιστώθηκε, επιπλέον, ότι όσοι έφεραν τη μετάλλαξη είχαν 37% λιγότερες πιθανότητες να εντοπίζουν αποτελεσματικά τις διαφορετικές οσμές, ενώ μόλις ξεκινούσε να παρατηρείται απώλεια όσφρησης, η μείωσή της ήταν ταχύτερη απ’ ό,τι σε εκείνους που δεν έφεραν το γονίδιο.

Στην αρχή της μελέτης, οι δεξιότητες σκέψης και μνήμης ήταν παρόμοιες μεταξύ των δύο ομάδων, ωστόσο στην πορεία της περιόδου μελέτης, όσοι έφεραν τη μετάλλαξη του γονιδίου παρουσίασαν ταχύτερη μείωση γνωστικής λειτουργίας, συγκριτικά με όσους δεν είχαν το γονίδιο.

«Ο εντοπισμός των μηχανισμών που κρύβονται πίσω από αυτές τις σχέσεις θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τον ρόλο της όσφρησης στον νευροεκφυλισμό», κατέληξε ο δρ. GoodSmith.