Το ράλι των ενοικίων φουντώνει τα σενάρια για το “Σπίτι μου 3” – Τα σχέδια που επεξεργάζεται η κυβέρνηση

Καμία λύση που έχει τεθεί στο τραπέζι για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης δεν έχει μείνει στο απυρόβλητο – και αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι. Καθώς οι τιμές των ενοικίων καταγράφουν νέα ιστορικά υψηλά, η κοινωνία παρακολουθεί με ανησυχία την κρατική αδυναμία να συγκρατήσει μια κρίση που βαθαίνει.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο Απρίλιος «έσπασε» κάθε προηγούμενο ρεκόρ αύξησης ενοικίων από την έναρξη της πληθωριστικής κρίσης. Το πρόβλημα είναι πλέον πολυσύνθετο και καμία από τις μέχρι σήμερα παρεμβάσεις δεν έχει φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Το ενδεχόμενο επιβολής πλαφόν στις αυξήσεις ενοικίων τέθηκε αλλά εγκαταλείφθηκε άμεσα – και επίσημα – με τον υπουργό Οικονομικών να επικαλείται το παράδειγμα της Γερμανίας, όπου παρόμοιο μέτρο οδήγησε τελικά σε μείωση της προσφοράς και αύξηση της πίεσης στην αγορά.

Στο τραπέζι βρίσκεται και η ιδέα μείωσης της φορολόγησης για τους ιδιοκτήτες, με στόχο την επιστροφή των «κλειστών» ακινήτων στην ενεργό αγορά. Ωστόσο, παραμένει αναπάντητο το ερώτημα εάν η φορολογική ελάφρυνση θα αποδειχθεί επαρκές κίνητρο.

Ταυτόχρονα, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το πρόγραμμα «ΜΙΔΑ», που στοχεύει στην καταγραφή της ακίνητης περιουσίας και στην αποτύπωση του πλήθους, της τοποθεσίας και των χαρακτηριστικών των ανεκμετάλλευτων κατοικιών. Όμως, ακόμη και αυτό απαιτεί χρόνο και τεχνολογική υποστήριξη προτού αποδώσει ουσιαστικά αποτελέσματα.

Εν μέσω αυτής της κατάστασης, η προσπάθεια επανεκκίνησης της οικοδομικής δραστηριότητας «πάγωσε» λόγω των προβλημάτων στον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό. Η αναμενόμενη νομοθετική ρύθμιση από το υπουργείο Περιβάλλοντος θεωρείται από πολλούς ότι όχι μόνο δεν θα δώσει λύση, αλλά πιθανότατα θα οδηγήσει σε λιγότερες και ακριβότερες κατασκευές, μη προσιτές για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Αναφορικά με τις δράσεις για «κοινωνική κατοικία» και την κοινωνική αντιπαροχή, η πρόοδος κρίνεται εξαιρετικά αργή. Αντίθετα, πιο άμεσες λύσεις ίσως προκύψουν αν ξεπεραστούν τα γραφειοκρατικά εμπόδια που δεν επιτρέπουν στις τράπεζες να αξιοποιήσουν τα δικά τους αδρανή ακίνητα.

Η θεμελιώδης αλήθεια παραμένει: όσο η ζήτηση για κατοικία – είτε από εγχώριους είτε από ξένους – υπερβαίνει την προσφορά, δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική αποκλιμάκωση των τιμών. Το μόνο που μπορεί να επιτευχθεί είναι ο περιορισμός του ρυθμού αύξησης, χωρίς όμως επίλυση του πυρήνα του προβλήματος.

Στο μεταξύ, εξετάζεται η προοπτική ενός νέου γύρου του προγράμματος «Σπίτι μου», το οποίο – αν και δέχεται έντονη κριτική – έχει προσφέρει στέγη σε περίπου 6.100 πολίτες, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Ήδη έχει απορροφηθεί περίπου το 40% των διαθέσιμων πόρων, με τις συνθήκες στην αγορά (π.χ. ενδεχόμενη αποκλιμάκωση επιτοκίων) να ευνοούν την ενίσχυση του προγράμματος.

Στο πλαίσιο αυτό, ένα από τα σενάρια που μελετώνται είναι η θεσμοθέτηση ενός μόνιμου μηχανισμού επιδότησης επιτοκίου για τους πιο οικονομικά ευάλωτους, κατά τα πρότυπα του πρώην Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ). Όμως και πάλι, όλα εξαρτώνται από την εξεύρεση των απαραίτητων πόρων – ένα ακόμη δυσεπίλυτο κομμάτι σε ένα ήδη πολύπλοκο παζλ.

Η στεγαστική κρίση, τελικά, δεν είναι μόνο θέμα αριθμών ή μέτρων. Είναι ζήτημα κοινωνικής συνοχής, δικαιοσύνης και προτεραιοτήτων. Και μέχρι στιγμής, η λύση μοιάζει να παραμένει… ζητούμενο.