Τα μισά χρήματα ενός νοικοκυριού πηγαίνουν σε ενοίκιο, τρόφιμα και βενζίνη- Πώς ο πληθωρισμός ροκανίζει τα εισοδήματα

Σε τρόφιμα, ενοίκια και μεταφορές αναλώθηκαν περίπου τα μισά (ποσοστό 47,9%) από τα 20.223,36 ευρώ που ξόδεψε το 2023 το μέσο νοικοκυριό στην Ελλάδα, ποσό αυξημένο κατά 5,3% σε σχέση με το 2022, αν και υπολείπεται ακόμη 20,8% από τις δαπάνες που έκανε το ίδιο νοικοκυριό το 2008.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε σήμερα στην δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ, η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών έφτασε τα 1.685,26 ευρώ το μήνα, αλλά περίπου το 50% των νοικοκυριών είχαν δαπάνες κάτω από 1.315 ευρώ το μήνα. Η μέση μηνιαία δαπάνη για τα ελληνικά νοικοκυριά το 2008 έφτανε τα 2.120,3 ευρώ.

Tο μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,7%), τη στέγαση (14,1%) και τις μεταφορές (13,1%), ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στην εκπαίδευση και τα οινοπνευματώδη ποτά και καπνό.

Οι μεγαλύτερες ποσοστιαίες αυξήσεις δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2022), παρουσιάζεται στις ομάδες:
εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (15,9%), αναψυχή και πολιτισμό (7,0%), υγεία (6,3%),

Που μειώθηκαν οι δαπάνες

Σε όλες τις κατηγορίες της ομάδας ειδών διατροφής και οινοπνευματωδών ποτών παρατηρούνται μειώσεις, στις δαπάνες ως παρακάτω:
ελαιόλαδο, -13,6%
οινοπνευματώδη ποτά, -12,7%
Ψάρια, -11,8%
ρύζι, -10,7%,
τυρί, -6,1%
κρέας, -6,1%
αυγά, -5,3%
γάλα, -5,2%
ζυμαρικά, -5,2 %
ψωμί, είδη αρτοποιίας, -4,3%
φρούτα, -4,0%
λαχανικά,-3,4%
τσιγάρα, -2,5%
γιαούρτι, -1,1%

Η μέση μηνιαία ποσότητα ενέργειας που καταναλώνεται στην κύρια κατοικία παρουσίασε αύξηση σε: υγραέριο, κατά 11,7% και φυσικό αέριο, κατά 7,2% και μείωση στην ηλεκτρική ενέργεια, κατά 9,2%, τα υγρά καύσιμα, κατά 4,2% και τα στερεά καύσιμα (καυσόξυλα, πέλλετ, πυρήνας κ.λπ.), κατά 3,8%.

Κατανάλωση κατά είδος νοικοκυριού

Στην ανάλυση της με βάση τη σύνθεση του νοικοκυριού η διακύμανση των μηνιαίων δαπανών είχε ως εξής:

Τα νοικοκυριά με ένα άτομο μόνο, ηλικίας 65 ετών και άνω, δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 50,1% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας ενώ τα νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με δύο παιδιά έως και 16 ετών δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 161,6% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας.

Τα νοικοκυριά με υπεύθυνο οικονομικά μη ενεργό ή άνεργο δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 70,8% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας, ενώ αυτά με υπεύθυνο αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς το 236,3% αυτής.

Η μέση μηνιαία δαπάνη διαφέρει ανάλογα με την ηλικία του υπευθύνου του νοικοκυριού, με τα νοικοκυριά με υπεύθυνο ηλικίας 35-44 ετών να δαπανούν, κατά μέσο όρο, περισσότερο. Πιο συγκεκριμένα, τα νοικοκυριά αυτά δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 127,1% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας (132,2% το 2022). Τα νοικοκυριά με τη μικρότερη ποσοστιαία συμμετοχή (60,9%) για το 2023 ήταν αυτά με υπεύθυνο ηλικίας 75 ετών και άνω (59,7% το 2022).

Κίνδυνος φτώχειας

Οι μηνιαίες δαπάνες αντανακλούν και το πραγματικό επίπεδο εισοδημάτων των νοικοκυριών. Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ:

Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,72 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,39 για το 2022). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,49, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη)(1) (4,21 για το 2022).

Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού αύξησαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2022 κατά 8,5%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 15,7% .

Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 33,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,5%

O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 18,7% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (17,4% το 2022), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 13,8% του πληθυσμού (13,4% το 2022), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ..

Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών(2) εκτιμάται στο 31,9% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 33,8% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, ενώ τα μη φτωχά το 19,6%.

ΕΛΣΤΑΤ

Αναλυτικά, όπως έδειξε η έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές το έτος 2023 (1.685,28 το μήνα) διαμορφώθηκε στα 20.223,36 ευρώ διαμορφώθηκε, καταγράφοντας αύξηση, σε τρέχουσες τιμές 5,3%, σε σχέση με το 2022. Σύμφωνα με την έρευνα:

✓ Το 50% των νοικοκυριών δαπανά περισσότερα από 1.315 ευρώ το μήνα.

✓ Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 16,8% του προϋπολογισμού τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο.

✓ Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 55,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 24,8%.

✓ Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε 23.325,96 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 14.052,24 ευρώ.

✓ Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2023 εμφανίζεται μειωμένη κατά 20,5% σε σύγκριση με το 2008.

Αναλυτικά, το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά:
στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,7%), στη στέγαση (14,1%) και στις μεταφορές (13,1%), ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στην εκπαίδευση και τα οινοπνευματώδη ποτά και καπνό.

ΕΛΣΤΑΤ

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2022), παρουσιάζεται στις ομάδες:
εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (15,9%), αναψυχή και πολιτισμό (7,0%), υγεία (6,3%), ενώ η μικρότερη ποσοστιαία αύξηση καταγράφεται στα οινοπνευματώδη ποτά και καπνό (0,9%).

Όσον αφορά στις δαπάνες για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2022), παρατηρείται αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), στα παρακάτω είδη:
έλαια και λίπη (11,9%), ζάχαρη, μαρμελάδες, μέλι, σιρόπια, σοκολάτα (9,8%), φρούτα (7,2%)
λαχανικά (6,6%), γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (6,6%), μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών (6,1%), λοιπά είδη διατροφής (6,0%), κρέας (3,3%), αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (1,2%), ενώ μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), παρατηρείται στα παρακάτω είδη:
ψάρια (-3,9%) και καφές, τσάι και κακάο (-1,2).

Ελστατ

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, παρατηρείται μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών κατά 13,9% σε σχέση με το έτος 2010, ενώ η αντίστοιχη μείωση σε σχέση με το έτος 2008 είναι της τάξεως του 20,5%.

Όσον αφορά την ποσοστιαία μεταβολή των μηνιαίων δαπανών των νοικοκυριών για αγαθά και υπηρεσίες, σε τρέχουσες τιμές, σύμφωνα με την έρευνα, μείωση καταγράφεται στις περισσότερες κατηγορίες, με την μεγαλύτερη, σε απόλυτες τιμές, να παρατηρείται στη δαπάνη για είδη ένδυσης και υπόδησης (-54,7%) και την μικρότερη στη στέγαση (-5,2%), ενώ αύξηση παρατηρείται μόνο στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (0,3%).

Πηγή: Capital.gr